Χθες τη νύχτα
ενώ ποίημα να γράψω προσπαθούσα
για κατσαρίδες που με τη φτέρνα μου
έχω παλιά συντρίψει,
από το φως της λάμπας παραπλανημένο
ένα ιπτάμενο μυρμήγκι
ήρθε και στη μουντζουρωμένη κόλλα μου
προσγειώθηκε.
Δίχως διόλου να σκεφτώ
αν και σε τι μου έφταιξε
τ’ αριστερό μου χέρι μ’ ένα βαρύ
ποιητικό βιβλίο το σύνθλιψε.
Κι ύστερα μ’ έτρωγαν οι τύψεις.
Κάπου έξω, ήμουν βέβαιος γι’ αυτό,
ξάγρυπνος θα περίμενε ο σύντροφός του.
Τα λόγια για την ατέλειωτη νυχτερινή κουβέντα
θα είχε ετοιμάσει.
Ίσως να είχε στρώσει και τραπέζι
με ψίχουλα από σπίτια που κατοικούν εργένηδες
και κάποιο φύλλο στην ανθισμένη γαρδένια για κρεβάτι
θα είχε σίγουρα διαλέξει.
Ξάγρυπνος θα περίμενε.
Κι όσο η ώρα θα περνούσε
θα θύμωνε
θα ‘βαζε όργια μες το νου του
θα νόμιζε πως γι άλλη αγκαλιά
το ταίρι του έβαλε φτερά.
Το χάραμα,
Από τον πόνο τσακισμένο,
στου πρωινού τι πρώτες δροσοστάλες θα πνιγόταν,
άμοιρο της αλήθειας
ότι ο σύντροφός του
υπέρ της ποιήσεως και μόνο πήγε…
Πέμπτη 7 Ιουνίου 2007
Η ποίηση σκοτώνει
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
3 σχόλια:
Oti exw diabasei mexri twra einai thaymasio.
Dystyxws den eimai poihths, mono enas xazos anagnwsths soy.
Sygnwmi gia ta anonyma comments.
Πολύ καλό κ αυτό... Μου θύμισε την αμελί με την επιμονή σε τόσο μικρές αλλά ξεχωριστές λεπτομέριες!!! Μια υποκρίτρια θα σου έλεγε ότι είναι νατουραλιστικό...
poli wraio alex! well done! k ta mirmigia exoun psuxi! haha! =P
Δημοσίευση σχολίου